ΣΤΗ ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ
Τσαγγαράδα
Χτισμένο στις πλαγιές του μισοφέγγαρου το σπίτι.
Κρεμόταν το μπαλκόνι απ΄την κληματαριά
βαρύ τσαμπί ονείρου που θα τρέξει
περί του τέλους του Αυγούστου και θα λείπω.
Στις σκαλωσιές του αθέατου τριζόνια μαστορεύαν
τις ετοιμόρροπες σκεπές της ησυχίας
άσπρα κεραμίδια από γαρδένιες.
Κάθησα με την πλάτη γυρισμένη στον γκρεμό
και την ανάπαυλα προς την μεριά που τον ξεχνάει.
Επάνω μου περιποιητικά κλαδάκια ενός δέντρου
ράντιζαν τα μαλλιά μου με ελαφριάν αναστάτωση
όπως τους υπαγόρευε ο εύοσμος κυματισμός ανέμου.
Μην κάθεσαι από κάτω, απομακρύνσου μου φώναξες,
είναι πικρός ο ίσκιος που κάνει η καρυδιά.
Τι πείραζε.
Κατάπικρος δεν είναι και ο ίσκιος
που κάνει η απομάκρυνση
και δεν πικράθηκε εξ αιτίας του η σκιά μου;
Κάτω η θάλασσα έδειχνε ν΄ασπάζεται
τη σκούρα άποψη της νύχτας
παρά των αστεριών τις σκόρπιες αντιρρήσεις.
Καιγόντουσαν ξερόκλαδα και φύλλα παραδίπλα.
Στον διάπλατο έλα μύριζε ο καπνός.
Σπίθες εξάπλωναν τραγούδι.....
αυτά που καίγονται τα έκαψα όλα
κι αυτά που λέγονται τα είπα όλα.
Περίεργο.
Σαν διάπλατο έλα μοσχοβόλαγε
και τούτη η απελεύθερη ηρωίδα καύση.
Κάποιος απ΄την ομήγυρη
ως φαίνεται δεν είχε καλοακούσει το όνομά μου
κι όλο το βράδυ με έλεγε Νίκη.
Ε πια τι λες, με τέτοιο όνομα
δεν θα σε κατακτήσω ψέμα;
ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ
Από την συλλογή Η Εφηβεία της λήθης,
Ίκαρος, Αθήνα 1999
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου